Κυπριακή Δημοκρατία Κυπριακή Δημοκρατία

Χαιρετισμός του Προέδρου της Βουλής στην παρουσίαση του βιβλίου του Δώρου Θεοδώρου - 15/12/2015

Χαιρετισμός του Προέδρου της Βουλής στην παρουσίαση του βιβλίου του Δώρου Θεοδώρου - 15/12/2015

Χαιρετισμός του Προέδρου της Βουλής των Αντιπροσώπων κ. Γιαννάκη Λ. Ομήρου στην παρουσίαση του βιβλίου του Δώρου Θεοδώρου «Το Αληθινό Πρόσωπο της Διζωνικής» - Τρίτη, 15 Δεκεμβρίου 2015 - Δημοσιογραφική Εστία - 7.00 μ.μ.


Με ιδιαίτερη χαρά δέχτηκα την πρόταση να χαιρετίσω την παρουσίαση του βιβλίου του αγαπητού φίλου και συναγωνιστή Δώρου Θεοδώρου «Το Αληθινό Πρόσωπο της Διζωνικής».  Με δεκαετίες αγώνων στο ενεργητικό του, ο Δώρος Θεοδώρου συνεισφέρει αυτή τη φορά με τη συγγραφική του μελέτη, πολύτιμη βοήθεια, όχι μόνο για όσους ασχολούνται με το Κυπριακό στο πολιτικό πεδίο αλλά και για κάθε Κύπριο πολίτη.
Με τη συσσωρευμένη εμπειρία μιας ηγετικής και εξέχουσας προσωπικότητας, πρωταγωνιστικού στελέχους του φοιτητικού δημοκρατικού κινήματος στην Ελλάδα, του ασυμβίβαστου αγωνιστή της δημοκρατίας τα δύσκολα χρόνια της υπονόμευσης του δημοκρατικού και πολιτειακού ιστού πριν από το πραξικόπημα, του αντιστασιακού, του βουλευτή, του υπουργού, ο Δώρος Θεοδώρου εξακολουθεί να αποτελεί ένα πολύτιμο κεφάλαιο στις προσπάθειες και στους αγώνες για λύτρωση του λαού μας από τα δεινά και τα μαρτύρια της κατοχής και της παραβίασης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και θεμελιωδών ελευθεριών του.
Συγχαίρω θερμά το  συγγραφέα για τη σημαντική πρωτοβουλία του που, 41 χρόνια μετά την εθνική τραγωδία του 1974, αποτυπώνει στην πραγματικότητα τη μαρτυρική πορεία του λαού μας μέσα από συμπληγάδες πέτρες και λάκκους λεόντων στην προσπάθεια του να λυτρωθεί από τα δεινά της συνεχιζόμενης τουρκικής στρατιωτικής κατοχής.
Ο Δώρος Θεοδώρου σε αυτό το βιβλίο δεν γράφει ιστορία, ούτε διεκδικεί ρόλο ιστορικού.  Δεν προσπαθεί δηλαδή να διατυπώσει μια συγκεκριμένη θεωρία ή να υποβάλει το αναγνωστικό κοινό σε μια μονοσήμαντη ερμηνεία των γεγονότων και των ζητημάτων της περιόδου που εξετάζει.  Παραθέτει γεγονότα και στοιχεία χωρίς να τα λογοκρίνει και ταυτόχρονα απόψεις και προβληματισμούς.  Στην ουσία ο συγγραφέας προσφέρει υλικό, έτσι ώστε ο κάθε αναγνώστης και ο κάθε μελετητής ιστορικών γεγονότων να αποτυπώσει στη συνείδησή του τη δική του προσωπική αντίληψη περί του Κυπριακού και όσων το περιβάλλουν.  Αν τελικά υπάρχει ο περίφημος ιστορικός του μέλλοντος, μάλλον μέσα από αυτή την ατομική διαδικασία προκύπτει.
Μακριά από στερεότυπα κλισέ και καθιερωμένες συμβατικότητες, επιχειρεί με τόλμη και αδιαφορώντας για τους αφορισμούς αυτών που παρουσιάζονται να κατέχουν την απόλυτη αλήθεια, μια πραγματική και οδυνηρή τομή στη διαχείριση του Κυπριακού αλλά και όσων σε σκοτεινά παρασκήνια βυσσοδομούν καθορίζοντας τις τύχες των λαών.
Καταθέτει ένα ολοκληρωμένο προβληματισμό που είναι εθνικά χρήσιμος και πολιτικά αναγκαίος.  Εμπλουτίζει το δημόσιο διάλογο που συχνά είτε απουσιάζει είτε όταν διεξάγεται περιχαρακώνεται σε δογματισμούς και μονότονες επαναλήψεις.
Να προσθέσω ακόμα ότι σε μια χώρα, όπως είναι η Κύπρος, όπου λιγοστά απομνημονεύματα γράφονται, αρχεία δύσκολα ανοίγουν και η ιστορία καταγράφεται συχνά υπό την επίδραση ιδεολογημάτων, ιδεολογικών και πολιτικών προτιμήσεων, το ανά χείρας βιβλίο συνιστά μια σημαντική κατάθεση.
Από τη μελέτη του βιβλίου αναδεικνύεται η μεθοδευμένη και επιβληθείσα έξωθεν μορφή της λύσης της «διζωνικής» και της τουρκικών προδιαγραφών ερμηνείας της, με προφανή στόχο τη νομιμοποίηση της διαίρεσης της Κύπρου και την φαλκίδευση  ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ελευθεριών.
Η αποτυχία επίτευξης λύσης στο Κυπριακό μέσα από επανειλημμένες μεσολαβητικές προσπάθειες και άκαρπες διακοινοτικές συνομιλίες, οδηγεί σε ένα και μόνο συμπέρασμα. Ότι ούτε η πολιτική βούληση ούτε η καλή πίστη μπορούν από μόνες τους να κατισχύσουν των γεωπολιτικών και στρατιωτικών συμφερόντων της Τουρκίας. Το μέχρι σήμερα άλυτο του προβλήματος οφείλεται στην παράνομη αλλά μεθοδευμένη διεκδίκηση από την Τουρκία των στρατηγικών συμφερόντων της επί της Κύπρου και της περιοχής, τα οποία αντιβαίνουν στα συμφέροντα του Κυπριακού λαού. Δεν αντιβαίνουν, όμως, αλλά εξυπηρετούν τα συμφέροντα της Μεγάλης Βρετανίας και των συνοδοιπόρων της, που ακολουθούν σταθερά φιλοτουρκική πολιτική, δίνοντας ελάχιστη ή καθόλου σημασία στα συμφέροντα και στη βούληση του λαού της Κύπρου.
Πενήντα πέντε χρόνια μετά τις Συμφωνίες Ζυρίχης και Λονδίνου, το Κυπριακό παραμένει ζήτημα άρσης των αποικιοκρατικών καταλοίπων και 41 χρόνια μετά την τουρκική εισβολή, παραμένει ζήτημα τερματισμού της στρατιωτικής κατοχής.  Ο αγώνας του κυπριακού λαού ήταν και παραμένει αγώνας εναντίον της κατοχής και αγώνας για ελευθερία και ανεξαρτησία.
Το βιβλίο του Δώρου Θεοδώρου, επειδή έχει την ιδιαιτερότητα να καταγράφει την πορεία του Κυπριακού προ τεσσαρακονταετίας με επικαιροποιημένες επισημάνσεις της σημερινής πολιτικής συγκυρίας, έχει εξ’ αυτού και μια άκρως ενδιαφέρουσα χρησιμότητα. Αποτελεί θωράκιση απέναντι στην αμνησία και την αποσιώπηση και συσκότιση των πραγματικών γεγονότων. Γιατί η πάροδος του χρόνου δημιουργεί τον κίνδυνο να κυριαρχούν οι μισές αλήθειες και οι μεγάλες αλήθειες να χάνονται.
Πολύ σωστά ο συγγραφέας επισημαίνει ήδη από τον πρόλογο του βιβλίου του: «Όταν γράφτηκε αυτό το κείμενο το 1975 στόχος του ήταν να διαφωτιστεί επαρκώς ο πολίτης για το περιεχόμενο και τους στόχους της Τουρκίας με την προώθηση της Διζωνικής Ομοσπονδίας. Σήμερα διαφοροποιούνται και οι στόχοι. Πέραν της διαφώτισης των πολιτών, που εξακολουθεί να είναι απαραίτητη, προστίθεται και η διαφοροποίηση της επίσημης θέσης μας για το πλαίσιο λύσης μέσα στα νέα δεδομένα που δημιουργήθηκαν».
Αγαπητοί φίλοι,
Η ανάλυση του συγγραφέα για τη «διζωνική» είναι εξόχως χρήσιμη επειδή τεκμηριώνει πειστικά ότι η τουρκική πλευρά και οι σύμμαχοι της προώθησαν επιδέξια αυτή την ορολογία προσδίδοντας της ταυτόχρονα ένα συγκεκριμένο περιεχόμενο «κομμένο και ραμμένο» στα μέτρα των τουρκικών στόχων και επιδιώξεων.
Δυστυχώς πέραν της παρείσφρησης αυτής της ορολογίας στα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας, υπάρχουν και αυτοί που στη δική μας πλευρά, επιμένουν να προβάλλουν ως σημαία της προσπάθειας για λύση όχι το περιεχόμενο μιας σωστής ομοσπονδιακής λύσης αλλά τον τίτλο και τον επιθετικό της προσδιορισμό ως «διζωνικής».
Ιδού όμως τα αμάχητα τεκμήρια της βαρύτατης πλάνης τους:

Άρθρο 4 (κύριο άρθρο) της θεμελιώδους συμφωνίας του Σχεδίου Ανάν:
«Έχοντας αποφασίσει να ανανεώσουμε το συνεταιρισμό μας και αποφασισμένοι ότι αυτός ο νέος διζωνικός συνεταιρισμός...».

Άρθρο 2 παράγραφος (α) του Σχεδίου Ανάν:
«Η Ενωμένη Κυπριακή Δημοκρατία είναι οργανωμένη σύμφωνα με το Σύνταγμα της και σύμφωνα με τις βασικές αρχές... της διζωνικότητας και της ισότητας των συνιστωσών πολιτειών».

Άρθρο 1 (θεμελιώδες) του Συντάγματος της Ενωμένης Κυπριακής Δημοκρατίας του σχεδίου Ανάν:
 «Η Ενωμένη Κυπριακή Δημοκρατία θα οργανωθεί δυνάμει του παρόντος Συντάγματος σύμφωνα με τις βασικές αρχές του Κράτους Δικαίου... της διζωνικότητας και του ισότιμου καθεστώτος των συνιστωσών πολιτειών».
Το Σχέδιο Ανάν σαφώς λοιπόν προέβλεπε για διζωνική - δικοινοτική ομοσπονδία. Αυτός ήταν ο χαρακτηρισμός της λύσης. Αυτός ο χαρακτηρισμός οδηγούσε σε λύση δίκαιη, ισοβαρή και διασφαλίζουσα τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις θεμελιώδεις ελευθερίες; Ο Κυπριακός Ελληνισμός έκρινε ότι η «διζωνική» Ομοσπονδία που πρότεινε το Σχέδιο Ανάν ήταν απαράδεκτη και γι’ αυτό ακριβώς το λόγο την απέρριψε.
Αυτοί που υποστηρίζουν ότι θα πρέπει να μετατρέψουμε τη «διζωνικότητα» σε σημαία του αγώνα για λύση του Κυπριακού επιδίδονται δυστυχώς και σε μια σκόπιμη διαστρέβλωση. Προσπαθούν να φορτώσουν την ευθύνη για τη διζωνική στο Μακάριο. Ισχυρίζονται ότι στη συμφωνία Μακαρίου - Ντενκτάς του 1977 εισήχθη ο όρος της διζωνικότητας. Ψεύδος. Ούτε στη συμφωνία Kυπριανού - Ντενκτάς του 1979 υπάρχει οποιαδήποτε αναφορά διζωνικού προσδιορισμού της Ομοσπονδίας. Είναι δε πολύ σημαντικό το γεγονός ότι σε αυτές τις συμφωνίες γίνεται ρητή αναφορά στην εφαρμογή των τριών βασικών ελευθεριών. Της ελευθερίας εγκατάστασης, διακίνησης και στο δικαίωμα περιουσίας. Αλλά και στις προτάσεις του Εθνικού Συμβουλίου του 1989 καμιά αναφορά σε διζωνικότητα δεν υπάρχει. Για το εδαφικό η αναφορά είναι «για δύο περιοχές οι οποίες θα αποκαλούνται περιφέρειες».
Ο όρος «διζωνική» δεν είναι δόκιμος ούτε στο Συνταγματικό Δίκαιο ούτε στην Επιστήμη της Πολιτειολογίας. Ούτε έχει χρησιμοποιηθεί για τον προσδιορισμό οποιουδήποτε ομοσπονδιακού συστήματος στον κόσμο. Οι ζώνες χρησιμοποιήθηκαν στην πολιτική ορολογία στο τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, πρώτον, για να προσδιορίσουν στρατιωτικές περιοχές από τις οποίες απομακρύνθηκαν οι πληθυσμοί και, δεύτερον, για να προσδιορίσουν εθνολογικά αμιγείς περιοχές αφού προηγήθηκαν βίαιες μετακινήσεις πληθυσμών. 
Είναι ακριβώς γι’ αυτούς τους λόγους που θα πρέπει να επιμένουμε σε συγκεκριμένο περιεχόμενο μιας αποδεκτής λύσης και όχι στην ονοματολογία και στον επιθετικό προσδιορισμό της ομοσπονδίας -γιατί ο όρος της διζωνικής, όπως ερμηνεύεται και προωθείται από την τουρκική πλευρά, οδηγεί σε λύση καθεστώτος φυλετικών διακρίσεων- με εμμονή στην εφαρμογή των αρχών του Διεθνούς και του Ευρωπαϊκού Δικαίου και της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
Οι κορυφαίοι Έλληνες Συνταγματολόγοι Αριστόβουλος Μανέσης, Δημήτρης Τσάτσος και Γιώργος Παπαδημητρίου σε υπόμνημα τους προς την Κυβέρνηση της Κύπρου για το Σχέδιο Ντε Γκουεγιάρ, στις 22.8.1991, αναφέρουν μεταξύ άλλων:
«Οι προτάσεις για δικοινοτικότητα και διζωνικότητα αυτού του Σχεδίου, ως βασικές παράμετροι του Ομοσπονδιακού συστήματος, ισοδυναμούν προφανώς με την επιβολή μιας κάθετης και διαμπερούς διαιρετικής τομής στη Δημοκρατία».
«Επί χάρτου προκύπτει μια πολιτειακή οντότητα που είναι εντελώς άγνωστη στην τυπολογία των σύγχρονων πολιτευμάτων».
«Η εφαρμογή αυτού του ιδιόρρυθμου ομοσπονδιακού συστήματος στην Κύπρο θα είναι απολύτως ξένη προς το ιστορικό νόημα της ομοσπονδιακής αρχής. Και πάντως θα οδηγήσει στην επιβολή της πάγιας διεκδίκησης της Τουρκίας: Της διχοτόμησης του νησιού».
Πέραν όμως αυτών των αδιαμφισβήτητων  θέσεων, υπήρξε ένα άκρος ενδιαφέρον και αποκαλυπτικό έγγραφο που δημοσίευσε ο «Φιλελεύθερος» στις 5.8.2007. Πρόκειται για  απόρρητο έγγραφο του τουρκικού Υπουργείου Εξωτερικών που υπογράφεται από τον τότε υφυπουργό εξωτερικών Γιαβουζάλτ και φέρει ημερομηνία 20.1.1984, λίγο δηλαδή μετά την ανακήρυξη του ψευδοκράτους. Το έγγραφο περιείχε οδηγίες προς όλους τους Τούρκους πρέσβεις αναφορικά με μελλοντικές διαπραγματεύσεις για το Κυπριακό. Αναφέρει λοιπόν αυτό το έγγραφο τα εξής πολύ χαρακτηριστικά:
«Κατά τις μεταγενέστερες διαπραγματεύσεις για την οριστική λύση του προβλήματος, στο πλαίσιο συμφωνίας για μια διζωνική ομοσπονδιακή λύση, δεν υπάρχουν δυνατότητες ούτε και κίνδυνοι που θα μπορούσαν να υποχρεώσουν την τουρκική πλευρά να υιοθετήσει δικαιώματα, αρμοδιότητες και εγγυήσεις μικρότερες από εκείνες που αναγνώριζε το Σύνταγμα του 1960, καθώς οι αντίστοιχες συμφωνίες θα αφορούν για ένα έδαφος που δεν θα είναι μικρότερο του 30%. Στην πραγματικότητα θα αποτελεί μάλλον την επιβεβαίωση της κατάστασης που δημιουργήθηκε μετά την τουρκική στρατιωτική επέμβαση».
Περαιτέρω δε το απόρρητο έγγραφο του τουρκικού Υπουργείου Εξωτερικών αναφέρει:
«Η ελληνοκυπριακή πλευρά θα στερηθεί όλα τα δικαιώματα και όλες τις αρμοδιότητες όσον αφορά την τουρκική ζώνη. Η επιστροφή μεγάλου αριθμού Ελληνοκυπρίων στη ζώνη αυτή δεν θα είναι πια δυνατή και οι Ελληνοκύπριοι  θα είναι υποχρεωμένοι να συμμετάσχουν από κοινού με τους Τουρκοκυπρίους στη διαχείριση των εξωτερικών σχέσεων και στην Κυβέρνηση του κράτους».
Το συμπέρασμα προκύπτει αβίαστο. Έχουμε αποδεχθεί την Ομοσπονδία και αυτή είναι μια ιστορικά ανέκκλητη παραδοχή. Αυτό ωστόσο δεν πρέπει να σημαίνει ασυμβατότητα με θεμελιώδεις αρχές στις οποίες εδράζονται τα σύγχρονα πολιτεύματα, ως προϊόντα του ευρωπαϊκού νομικού  πολιτισμού.
Θα πρέπει όλοι να κατανοήσουν μια απλή αλήθεια. Ούτε η ιστορία, ούτε η επιστήμη, ούτε ο νομικός πολιτισμός και η πολιτική ευθυκρισία επιτρέπουν μια τέτοια επιπολαιότητα.
Το Εθνικό Συμβούλιο μετά από την πολυήμερη σύνοδο του, το Σεπτέμβριο του 2009, κατέληξε σε μια κοινή απόφαση η οποία προσδιορίζει με επάρκεια και σαφήνεια τις παραμέτρους μιας ομοσπονδιακής λύσης η οποία θα κατοχυρώνει την ενότητα κράτους, λαού, θεσμών και οικονομίας με αδιαπραγμάτευτη εφαρμογή ανθρωπίνων δικαιωμάτων και θεμελιωδών ελευθεριών και με απόρριψη των δόλιων απαιτήσεων της τουρκικής πλευράς για φυλετικό εθνοτικό διαχωρισμό.
Επειδή η ευρύτερη δυνατή εθνική λαϊκή ενότητα θα πρέπει να είναι κεντρικός στόχος που να υπηρετεί τον κοινό πόθο της βιώσιμης δημοκρατικής λύσης και επειδή η εθνική συνεννόηση πρέπει να επιδιώκεται στη βάση του συγκεκριμένου περιεχομένους της λύσης, η πρόκληση είναι ανοικτή.  Επαναβεβαίωση ΟΛΩΝ στο περιεχόμενο του κοινού ανακοινωθέντος του Εθνικού Συμβουλίου του 2009.
Να μου επιτρέψετε μια σύντομη αναφορά στη σημερινή συγκυρία των εξελίξεων στο Κυπριακό:
Αρκετούς μήνες μετά την έναρξη των διαπραγματεύσεων, μετά και την ανάδειξη του κ. Ακκιντζί στην ηγεσία της Τ/Κ Κοινότητας, είναι αναγκαίος ένας αδρός απολογισμός, χωρίς αναφορά σε λεπτομέρειες των συζητήσεων στις συνομιλίες.
1. Η ανεπάρκεια και οι αμφισημίες της συμφωνίας της 11ης Φεβρουαρίου εξακολουθούν να αποτελούν σοβαρή αδυναμία στην από μέρους της Ελληνικής Κυπριακής πλευράς διεκδίκηση λύσης στη βάση αρχών.
2. Η διαχρονική διαφοροποίηση του Τ/Κ ηγέτη Μ. Ακκιντζί, σε σχέση με τους προηγούμενους ηγέτες της τουρκοκυπριακής κοινότητας, δεν έχει αποδειχθεί στην πράξη. Από τα μέχρι τώρα δεδομένα στις διαπραγματεύσεις αλλά και από επανειλημμένες πρόσφατες δηλώσεις του, δεν προκύπτει ουσιώδης μεταβολή στις βασικές προσεγγίσεις της τουρκικής πλευράς για το περιεχόμενο της λύσης. Τα δείγματα γραφής τα οποία αναμένονταν από τον κ. Ακκιντζί δεν υπήρξαν.
3. Με δεδομένη την αναλλοίωτη αλήθεια, ότι το κλειδί της λύσης βρίσκεται στην Άγκυρα και ότι χωρίς την εγκατάλειψη της τουρκικής αδιαλλαξίας και κακοπιστίας δεν είναι δυνατή η επίτευξη λύσης δημοκρατικής, λειτουργικής και βιώσιμης, οφθαλμοφανής είναι η διαπίστωση ότι ουδέν έπραξε η Τουρκία που να αποδεικνύει διαφοροποίηση της στάσης της.
4. Η δημιουργία αναιτιολόγητου κλίματος ευφορίας και η καλλιέργεια υπερβολικών προσδοκιών για επίτευξη λύσης, μόνο αρνητικές υπηρεσίες προσφέρουν στην ικανοποίηση της ομόθυμης θέλησης του Κυπριακού Ελληνισμού για τη συντομότερη δυνατή λύτρωση από τα δεινά της συνεχιζόμενης κατοχής. Αν εκπέμπεται το μήνυμα ότι η Ελληνική Κυπριακή πλευρά είναι ικανοποιημένη, πώς αναμένουμε παρεμβάσεις - πιέσεις, άσκηση επιρροών προς την τουρκική πλευρά;  Σε όσους δε τρίτους αναφέρονται σε μεγάλη ευκαιρία για επίτευξη λύσης η οποία δεν πρέπει να χαθεί, χρέος μας είναι να τους υποδεικνύουμε ότι, αν πράγματι είναι ειλικρινείς στο ενδιαφέρον τους, οφείλουν να στραφούν προς την πλευρά της Τουρκίας.
5. Επιβάλλεται η ελληνική κυπριακή πλευρά να προβάλει ενώπιον της τουρκικής πλευράς προς τοποθέτηση τις θεμελιώδεις πτυχές του Κυπριακού. Της αποχώρησης των κατοχικών στρατευμάτων, της επιστροφής των προσφύγων, του εποικισμού και της οριστικής κατάργησης των αναχρονιστικών εγγυήσεων του 1960. Ακόμα της αδιαπραγμάτευτης θέσης για εφαρμογή του Ευρωπαϊκού Δικαίου κα του κοινοτικού κεκτημένου χωρίς μόνιμες παρεκκλίσεις.
6. Μια ολοκληρωμένη εθνική στρατηγική επιβάλλεται να περιέχει εναλλακτικές επιλογές κινήσεων, δράσεων και πρωτοβουλιών.  Αυτό είναι ένα καθήκον που δεν πρέπει να υποβαθμίζεται και να αμελείται. Η ιστορία του Κυπριακού είναι ως προς τούτο εξόχως διδακτική.
7. Επείγει ταυτόχρονα η αξιοποίηση των νέων γεωστρατηγικών γεωοικονομικών δεδομένων που έχουν διαμορφωθεί στην περιοχή μας και ανέτρεψαν παγιωμένες ισορροπίες δεκαετιών. Η παταγώδης αποτυχία της τουρκικής πολιτικής στη Συρία και την Αίγυπτο, οι βαθύτατα τραυματισμένες της σχέσεις με τη Ρωσία και το Ισραήλ, η συνεργασία Κύπρου-Ισραήλ-Ελλάδας και Κύπρου-Αιγύπτου-Ισραήλ, σε συνδυασμό με το συγκριτικό πλεονέκτημα των φυσικών μας πόρων στην ΑΟΖ της Κυπριακής Δημοκρατίας, συνιστούν το νέο πεδίο πάνω στο οποίο πρέπει να οικοδομείται η εθνική μας στρατηγική.

8. Θα πρέπει ακόμα η στρατηγική μας να λαμβάνει υπόψη τις αποσταθεροποιητικές και ανώμαλες εξελίξεις στην περιοχή.  Με το απεχθές Ισλαμικό Κράτος και τη βαρβαρότητα της τρομοκρατίας. Μέσα σε αυτό το περιβάλλον της αποσταθεροποίησης, Κύπρος και Ελλάδα αποτελούν παράγοντες σταθερότητας, ασφάλειας και συνεργασία στην ευρύτερη περιοχή. Καθήκον μας να αξιοποιήσουμε ευκαιρίες και δυνατότητες και να αποτρέψουμε κινδύνους. 
Για την αναγκαία αυτή πορεία, η συνειδητοποίηση της ιστορίας μας, η βαθιά γνώση των διαχρονικών συμπεριφορών της Τουρκίας, η εθνική αυτογνωσία, τα λάθη και οι παραλείψεις του παρελθόντος, η επίγνωση και η ορθή εκτίμηση της σημερινής συγκυρίας, αποτελούν απαραίτητο εφόδιο.
Το βιβλίο του Δώρου Θεοδώρου υπό αυτή την έννοια είναι απολύτως χρήσιμο και πολύτιμο.
Αγαπητέ Δώρο,
Συγχαρητήρια και ευχές για συνέχιση της καρποφόρας πορείας και δημιουργικής προσφοράς σου.