Κυπριακή Δημοκρατία Κυπριακή Δημοκρατία

Ερώτηση με αρ. 23.06.011.05.01.017, ημερομηνίας 9 Ιουλίου 2021, του βουλευτή εκλογικής περιφέρειας Λάρνακας κ. Χρίστου Ορφανίδη

«Είναι εις γνώσιν μου ότι στο μικρό μέρος της θαλάσσιας περιοχής της Τόχνης στην επαρχία Λάρνακας, λόγω της διάβρωσης που έχει παρατηρηθεί, αναδείχθηκε τοίχος και αρχαία αντικείμενα τόσο στο έδαφος όσο και σε μικρή απόσταση εντός της θάλασσας.

Σύμφωνα με πληροφορίες που κατάφερα να συλλέξω, η περιοχή έχει την ονομασία “Λακκιά” και στην ύστερη Εποχή του Χαλκού και μεταξύ του 1300 - 1100 π.Χ. λειτουργούσε εκεί λιμάνι, που ενδεχομένως να σχετίζεται με τον πλησιέστερο αρχαίο οικισμό της Καλαβασού.

Παρακαλώ τον αρμόδιο υπουργό όπως ενημερώσει τη Βουλή των Αντιπροσώπων για τα πιο κάτω:

1. Κατά πόσο τα πιο πάνω είναι υπόψη του.

2. Ποια μέτρα λαμβάνονται για την ανάδειξη του αρχαιολογικού αυτού χώρου.

3. Ποια μέτρα προτίθεται να λάβει για την προστασία του αρχαιολογικού χώρου.»

 

Απάντηση 23.06.011.05.01.017

 

Απάντηση ημερομηνίας 3 Φεβρουαρίου 2022 του Υπουργού Μεταφορών, Επικοινωνιών και Έργων κ. Γιάννη Καρούσου στην ερώτηση με αρ. 23.06.011.05.01.017, ημερομηνίας 9 Ιουλίου 2021, του βουλευτή εκλογικής περιφέρειας Λάρνακας κ. Χρίστου Ορφανίδη

«Επιθυμώ να αναφερθώ στην πιο πάνω ερώτηση και, με βάση σχετική ενημέρωση που έλαβα από το αρμόδιο Τμήμα, το Τμήμα Αρχαιοτήτων, να σας πληροφορήσω τα ακόλουθα:

Η αρχαιολογική θέση “Λακκιά” στην περιοχή της Τόχνης, στην επαρχία Λάρνακας, είναι γνωστή στο Τμήμα Αρχαιοτήτων, του Υπουργείου Μεταφορών, Επικοινωνιών και Έργων, ήδη από τη δεκαετία του 1980, όταν με άδεια του Τμήματος μια αμερικανική αρχαιολογική αποστολή πραγματοποίησε μεγάλης κλίμακας επιφανειακή αρχαιολογική επισκόπηση στην περιοχή του Βασιλικού ποταμού και εντόπισε πολλές αρχαιολογικές θέσεις. Ακολούθως, διάφορες αμερικανικές αποστολές πραγματοποίησαν διαδοχικές επισκοπήσεις τόσο στον χερσαίο χώρο της θέσης όσο και με ενάλιες επισκοπήσεις στο βυθό, καταγράφοντας διάφορα αρχιτεκτονικά στοιχεία και συλλέγοντας κινητά ευρήματα (θραύσματα από κεραμικά αγγεία), τα οποία παραδίνονταν στο Αρχαιολογικό Μουσείο Επαρχίας Λάρνακας. Επίσης, Λειτουργοί του Τμήματος Αρχαιοτήτων πραγματοποίησαν, κατά περιόδους, αρχαιολογικές επισκοπήσεις στο χερσαίο χώρο, συλλέγοντας θραύσματα κεραμικής και τεκμηριώνοντας φωτογραφικά τη θέση.

2. Με βάση τα ευρήματα των πιο πάνω επισκοπήσεων, φαίνεται ότι στην υπό αναφορά θέση υπήρχε σημαντική εγκατάσταση, πιθανόν κάποιος οικισμός, κατά την Ύστερη Εποχή του Χαλκού (1600-1050 π.Χ.) και κατά την Κυπροαρχαϊκή περίοδο (750-450 π.Χ.), ενώ υπάρχουν ενδείξεις ότι συνέχισε να λειτουργεί, ίσως, σε μικρότερη κλίμακα, και κατά την Κυπροκλασική και Ελληνιστική περίοδο (450-30 π.Χ.). Από το είδος των ευρημάτων, πολλά θραύσματα από πίθους και αμφορείς, και από τη θέση της πάνω στην ακτή, συμπεραίνεται ότι η θέση “Λακκιά” λειτούργησε ως λιμενική εγκατάσταση και ως χώρος συλλογής και αποθήκευσης προϊόντων, τα οποία προορίζονταν για εξαγωγές/και για εισαγωγές.

3. Σε ό,τι αφορά στην προστασία της συγκεκριμένης θέσης, σημειώνεται ότι το Τμήμα Αρχαιοτήτων, κατά τη διαβούλευση για αιτήσεις αναπτύξεων που αφορούν στην ευρύτερη περιοχή, θέτει πάντα ως όρο την προστασία της. Ειδικότερα στο πλαίσιο της προετοιμασίας των έργων για επέκταση του λιμανιού του Βασιλικού το Τμήμα Αρχαιοτήτων ζήτησε όπως προστατευθεί ο αρχαιολογικός χώρος στη θέση “Τόχνη- Λακκιά”. Πρόσθετα, ζητήθηκε από το Τμήμα όπως περιληφθούν στο Ρυθμιστικό Σχέδιο για τη λειτουργία του ενεργειακού κέντρου στο Βασιλικό έργα προστασίας του χώρου, για να διακοπεί η συνεχής διάβρωση της ακτογραμμής, η οποία φαίνεται ότι συστηματικά καταστρέφει τμήματα του αρχαίου οικισμού.

4. Επισημαίνεται ότι, το Τμήμα Αρχαιοτήτων έχει αποφασίσει να προχωρήσει στην κήρυξη των τεμαχίων που συνθέτουν τον αρχαιολογικό χώρο Τόχνη-Λακκιά, σε Αρχαίο Μνημείο Δεύτερου Πίνακα. Ανεξάρτητα από την πιο πάνω ενέργεια, το Τμήμα, στο πλαίσιο του έργου EastMed, έχει ήδη ενημερώσει τους εμπλεκόμενους για την ύπαρξη και χωροθέτηση του οικισμού της Ύστερης Εποχής του Χαλκού Τόχνη-Λακκιά όπως, επίσης, έχει προβεί σε διαδικασίες για τη διασφάλιση της προστασίας του χώρου, από τις βιομηχανικές εγκαταστάσεις που εκτιμώνται ως υψηλού κινδύνου.»